Πώς γίνεται:

Η κλασματική εφεδρεία ροής (FFR) και το DFR εφαρμόζονται κατά τη στεφανιογραφία προκειμένου να αποφασισθεί αν μια στένωση που κρίνεται μέτρια – οριακή αγγειογραφικά προκαλεί ισχαιμία στο μυοκάρδιο, δηλαδή εάν είναι σημαντική ή όχι και αν χρειάζεται να αντιμετωπιστεί μηχανικά, π.χ. με αγγειοπλαστική. Χρησιμοποιείται ειδικό σύρμα αγγειοπλαστικής (Pressure wire) με το οποίο μετράμε τη διαφορά της πίεσης πριν και μετά την στένωση.

Με το FFR, η μελέτη της ροής στη στεφανιαία αρτηρία γίνεται σε συνθήκες μέγιστης υπεραιμίας, μετά από χορήγηση αγγειοδιασταλτικών ουσιών (χορηγείται αδενοσίνη ενδοφλεβίως ή ενδοστεφανιαία). H διενέργεια του DFR είναι πιο απλή, καθώς δεν γίνεται χορήγηση αγγειοδιασταλτικής ουσίας. Γίνεται  χωρίς πρόκληση υπεραιμίας και είναι διαστολικός δείκτης, καθώς χρησιμοποιεί τμήμα της καμπύλης της πίεσης μόνο κατά την διαστολική φάση της αριστεράς κοιλίας σε 5 καρδιακούς κύκλους. Στην περίπτωση που το αποτέλεσμα της μέτρησης του DFR είναι στην «γκρίζα» ζώνη, θα πρέπει να υπολογιστεί και ο δείκτης FFR, μετά από πρόκληση μέγιστης υπεραιμίας.

Τι προσφέρει:

Η κλασματική εφεδρεία ροής (FFR) και το DFR μας προσφέρει την δυνατότητα αξιόπιστης λειτουργικής εκτίμησης της βαρύτητας μέτριων στενώσεων, κατά την διάρκεια της στεφανιογραφίας, ώστε να διορθωθούν μόνο όσες στενώσεις προκαλούν μείωση της αιματικής ροής στο μυοκάρδιο.

Πότε γίνεται:

Η κλασματική εφεδρεία ροής (FFR) και το DFR μπορούν να διενεργηθούν σε οποιοδήποτε τμήμα του στεφανιαίου δικτύου, όταν η στεφανιογραφία δεν δίνει επαρκείς και σίγουρες πληροφορίες για την λειτουργική βαρύτητα των στενώσεων.

Αφήστε Μήνυμα